Dracula: A Love Tale

★★☆☆☆ (Dracula: A Love Tale, Γαλλία, 2025, 129’)

  • Σκηνοθεσία: Λικ Μπεσόν

  • Ηθοποιοί: Κέιλεμπ Λάντρι Τζόουνς, Κριστόφ Βαλτς, Ζόι Μπλε

Ο Λικ Μπεσον («Το Πέμπτο Στοιχείο», «Leon: Ο Επαγγελματίας») μπαίνει και ο ιδιος στην μακρά λίστα των σκηνοθετών που μεταφέρουν στον κινηματογράφο το βιβλίο του Μπραμ Στόουκερ ο «Δράκουλας», δίνοντας τη δική του κινηματογραφική εκδοχή του μύθου.

Τον 15ο αιώνα, ο πρίγκιπας Βλαντιμίρ αρνείται τον Θεό μετά τον ξαφνικό θάνατο της συζύγου του. Κληρονομεί μια αιώνια κατάρα: γίνεται o Δράκουλας. Καταδικασμένος να περιπλανιέται στους αιώνες, αψηφά το πεπρωμένο και τον ίδιο τον θάνατο, καθοδηγούμενος από μια μοναδική ελπίδα: να ξαναενωθεί με την χαμένη του αγάπη.

Ο Μπεσόν εστιάζει κυρίως στην ερωτική εμμονή του Δράκουλα για τη Μίνα, πλάθοντας μια μακάβρια ιστορία πάθους. Αξιοποιεί το σκηνοθετικό του ταλέντο και κινηματογραφεί κάποιες όμορφες και ενδιαφέρουσες σκηνές, ενώ αρχικά καταφέρνει να κρατήσει μια στρωτή αφήγηση που αν και δεν έχει κάτι καινούργιο να προσφέρει στο μύθο τουλάχιστον σου κεντρίζει το ενδιαφέρον, ειδικά με την υπέροχη επιλογή σκηνικών, κουστουμιών και την ατμοσφαιρική φωτογραφία (Κολίν Βάντερσμαν).

Από κει και πέρα όμως η ταινία ολισθαίνει στο χάος. Οι περισσότερες ερμηνείες είναι υπερβολικές, χωρίς ποτέ να εκμεταλλευτεί ούτε το τρανταχτό όνομα του Κρίστοφ Βαλτς, ενώ το μαύρο χιούμορ μπερδεύεται με μια σοβαροφάνεια και ένα ιδιότυπο ρομαντισμό που επιχειρεί να εμφυσήσει ο Μπεσόν, καταλήγοντας αρκετές σκηνές να θυμίζουν κακοπαιγμένο μελόδραμα.

Υπάρχουν σκηνές που προσπαθούν με παράδοξους τρόπους και μια κιτς αισθητική να αναδείξουν την τρέλα του Δράκουλα αλλά και την δύναμή του. Ο Δράκουλας του Μπεσόν εμφανισιακά μοιάζει απίστευτα με τον Δράκουλα του Φράνσις Φορντ Κόπολα αλλά σεναριακά δεν υπάρχει κάτι καινούργιο να εξερευνηθεί. Το σενάριο να είναι απλοϊκό, τετριμμένο και άνευρο, με κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία απλώς να εξαφανίζονται μέσα σε μια μέτρια εκτέλεση. Δυστυχώς ο Μπεσόν δείχνει εδώ και πολλά χρόνια να αδυνατεί να δημιουργήσει μια ταινία αντάξιά του ονόματός του.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (02-10-2025)

Previous
Previous

The Smashing Machine: Η Καρδιά Ενός Μαχητή

Next
Next

Μια Μάχη Μετά την Άλλη