The Smashing Machine: Η Καρδιά Ενός Μαχητή
★★★☆☆ (The Smashing Machine, Η.Π.Α., Ιαπωνία, Καναδάς, 2025, 123’)
Σκηνοθεσία: Μπένι Σάφντι
Ηθοποιοί: Ντουέιν Τζόνσον, Εμιλι Μπλαντ
Ο Μπένι Σάφντι, έχοντας συνεργαστεί χρόνια με τον αδερφό του Τζος Σαφντί (συν-σκηνοθέτησαν μαζί την πιο γνωστή τους ταινία «Άκοπο διαμάντι» (Uncut Gems, 2019), σκηνοθετεί εδώ την πρώτη του ταινία εξολοκλήρου μόνος του. Αφηγείται την ζωή του θρύλου του MMA (Mixed martial arts) και UFC (Ultimate Fighting Championship), Μαρκ Κερ, κινηματογραφώντας μια ιστορία που εστιάζει λιγότερο στο θέαμα των αγώνων και περισσότερο στον ίδιο τον πρωταγωνιστή: την εσωτερική του πάλη, τη θυελλώδη σχέση του με την γυναίκα του και τους γύρους του αλλά και τις προσπάθειές του να ανταπεξέλθει στη δόξα, την πίεση και τον εθισμό του στα οπιούχα που τον φέρνουν στα όρια του.
Ο Μπένι Σάφντι τιθασεύει τον γρήγορο ρυθμό και την ένταση που συναντήσαμε στο «Άκοπο Διαμάντι» και παραδίδει ένα έργο που ισορροπεί ανάμεσα σε μια χαμηλόφωνη αθλητική βιογραφία και σε μια αφήγηση που οι εξάρσεις έρχονται ως μια φυσική συνέχεια των πραγμάτων και της έντασης που συσσωρεύεται στην οθόνη.
Όπως όμως είναι φυσικό, η ερμηνεία του Ντουέιν Τζόνσον επισκιάζει το όλο εγχείρημα και η προσοχή του θεατή αναγκαστικά στρέφεται σε εκείνον. Έχοντας αποτινάξει από πάνω του την συνηθισμένη περσόνα, του υπερήρωα και του «καλού χαρακτήρα» που συναντάμε στις αμέτρητες ταινίες δράσης του, εδώ παραδίδει σίγουρα την καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του. Η σύνδεση του με τον χαρακτήρα μοιάζει τόσο προσωπική που ενσαρκώνει τον Κερ με μια φυσικότητα και αναδεικνύει την τραγικότητα ενός ανθρώπου που αδυνατεί να συμφιλιωθεί με την ήττα εντός και εκτός του ρινγκ και σταδιακά οδηγείται σε ψυχική κατάρρευση, θύμα μιας εμμονής με την επιτυχία. Ο Τζόνσον καταφέρνει να τιθασεύσει το ογκώδες σώμα του, να ξεπεράσει την εξωτερική μεταμόρφωσή του (με πρόσθετα βαμμένα μαλλιά και ειδικά προσθετικά μέρη στο σώμα του) και να παραδώσει μια εσωτερική ερμηνεία που μετατρέπεται όταν χρειάζεται σε σωματική έκρηξη.
Η μελέτη χαρακτήρων που επιδιώκει ο Σάφντι λειτουργεί αρχικά, καθώς εστιάζει στους πρωταγωνιστές του και προσπαθεί να συνδέσει την δυσκολία του αθλήματος και τις φιλοδοξίες του Κερ με την άνοδο και την πτώση. Ο Κερ σκιαγραφείται επαρκώς αν και σίγουρα πρέπει να δοθούν τα εύσημα στον Τζόνσον που η ερμηνεία του χαρίζει στον ήρωα έναν πολυεπίπεδο χαρακτήρα από όσες προσφέρει το ίδιο το σενάριο που συχνά αναλώνεται σε επαναλήψεις και εύκολες συμβάσεις.
Το σκηνοθετικό μοτίβο του Σάφντι με την κάμερα στο χέρι, προσπαθώντας να προσδώσει μια κίνηση, ένα αίσθημα ανισορροπίας λειτουργεί στο μεγαλύτερο μέρος της ταινίας αλλά όπως και στο «Άκοπο Διαμάντι» κουράζει όταν πρέπει να «πατήσει φρένο», - κάτι που εδώ συμβαίνει πιο συχνά -, ώστε να εστιάσει καλύτερα στους χαρακτήρες ή να τους αναπτύξει περισσότερο. Η Ντον Στέιπλς (Έμιλυ Μπλάντ), σύντροφος του Κερ, δεν αποκτά ποτέ βάθος και συχνά μοιάζει απλώς ως συμπλήρωμα δίπλα στον Τζόνσον, για μια ταινία που επενδύει πολλά στη σχέση αυτών των δυο ανθρώπων αποτελεί πρόβλημα.
Ο Σάφντι τελικά δεν τολμά, αν και θέλει να αφηγηθεί μια αντισυμβατική αθλητική ιστορία, απλά ακολουθεί μια γνωστή συνταγή, χρησιμοποιώντας το ντοκιμαντερίστικο στυλ του, για να δώσει μια αίσθηση εγγύτητας στον θεατή και η ταινία του κάποιες στιγμές μοιάζει σαν να μην έχει το δραματικό βάρος που προσπαθεί να μας πείσει ότι διαθέτει και τελικά στο μυαλό του θεατή να μένει μόνο η ερμηνεία του Τζόνσον.
*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (02-10-2025)