Sorry, Baby
★★★☆☆ (Η.Π.Α., 2025, 106’)
Σκηνοθεσία: Εβα Βίκτορ
Ηθοποιοί: Εβα Βίκτορ, Ναόμι Ακι, Λούκας Χέτζες, Τζον Κάρολ Λιντς
Εχοντας κερδίσει το βραβείο Σεναρίου Waldo Salt στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Sundance του 2025, το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Εύας Βίκτορ, η οποία υπογράφει επίσης το σενάριο και κρατά τον πρωταγωνιστικό ρόλο, είναι μια ανάλαφρη κωμωδία, που ισορροπεί ευρηματικά ανάμεσα στο χιούμορ και το δράμα. Μέσα από μια αφήγηση που αγγίζει μια τραυματική εμπειρία, χωρίς να την καθιστά το κέντρο της ιστορίας, η Βίκτορ σκιαγραφεί με τρυφερότητα και ακρίβεια τον χαρακτήρα της Αγκνες.
Η Αγκνες είναι μια έξυπνη, ευαίσθητη και πνευματώδης νεαρή καθηγήτρια σε μια πόλη της Αγγλίας. Οταν υπήρξε μεταπτυχιακή φοιτήτρια, κάτι κακό της συνέβη και η ζωή της πήρε μια διαφορετική τροχιά, αλλά η ζωή συνεχίζεται, τουλάχιστον για όλους τους άλλους γύρω της.
Η Βίκτορ επιλέγει να αφηγηθεί την ιστορία της Αγκνες μέσα από μια ελλειπτική, μη γραμμική αφήγηση, οργανώνοντας την ταινία σε κεφάλαια, το καθένα με έναν ευρηματικό και εύστοχο τίτλο. Η αφήγηση μετακινείται χρονικά ανάμεσα στο παρόν, όπου παρακολουθούμε την Αγκνες να προσπαθεί να αντεπεξέλθει στην καθημερινότητα, ενώ παράλληλα διαχειρίζεται το τραύμα της, και στο παρελθόν της, ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια, πριν από την κρίσιμη καμπή στη ζωή της. Αυτή η εναλλακτική αφηγηματική προσέγγιση λειτουργεί κυρίως χάρη στην υπόγεια, μετρημένη και εσωτερική ερμηνεία της Βίκτορ. Είναι συγκλονιστικό να παρατηρεί κανείς την αντίθεση ανάμεσα στην προ-τραυματική Αγκνες και την εκδοχή της μετά το συμβάν, δύο πρόσωπα του ίδιου χαρακτήρα, τα οποία η ηθοποιός ενσαρκώνει τόσο καλά, μέσω της στάσης του σώματός της αλλά και των εκφράσεών της. Η μεταμόρφωση αυτή δεν επιτυγχάνεται μόνο μέσω της υποκριτικής αλλά και μέσω της αφηγηματικής δομής που η Βίκτορ επιλέγει, που συχνά ακροβατεί ανάμεσα στο δραματικό και το χιουμοριστικό και, αν και το χιούμορ τύπου deadpan που χρησιμοποιεί η δημιουργός δεν εναρμονίζεται πάντα απόλυτα με τον ρυθμό της αφήγησης, η προσέγγιση παραμένει γοητευτικά τολμηρή. Επιπλέον, η ταινία ενσωματώνει με σαρκασμό μια αιχμηρή σάτιρα απέναντι στους θεσμούς και τον τρόπο που αντιμετωπίζουν ή αγνοούν μια γυναίκα έπειτα από μια τραυματική εμπειρία, προσθέτοντας άλλο ένα αφηγηματικό επίπεδο.
Η ταινία καταπιάνεται με ένα πολύ σημαντικό θέμα, μέσα από μια φρέσκια και διαφορετική προσέγγιση, αποφεύγοντας τον συναισθηματικό εκβιασμό. Επιλέγει έναν χαμηλόφωνο τόνο, χωρίς να επιδιώκει να δώσει εξηγήσεις, λύσεις ή να προσφέρει κάθαρση στην πρωταγωνίστρια. Αντί γι’ αυτό, εστιάζει στην καταγραφή της καθημερινότητας της Αγκνες και της ήσυχης προσπάθειάς της να ξαναβρεί τον βηματισμό της, μέσα σε έναν κόσμο που δεν σταματά να κινείται.
*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (17-07-2025)