Νεαρές Μητέρες

★★★½☆☆ (Young Mothers, Βέλγιο, Γαλλία, 2025, 105’)

  • Σκηνοθεσία: Λικ Νταρντέν & Ζαν-Πιερ Νταρντέν

  • Ηθοποιοί: Λουσί Λαρελ, Μπαμπέτ Βερμπέκ, Ελζά Ουμπέν, Ζαναΐνα Αλοΐ Φοκάν

Οι αδελφοί Νταρντέν, κάτοχοι δυο Palme d’Or (Χρυσός Φοίνικας) για τις ταινίες «Rosetta» (1999, 93’) και «Το παιδί» (L’Enfant, 2005, 91’), επιστρέφουν με τη δέκατη τρίτη μεγάλου μήκους ταινία τους, η οποία τιμήθηκε με το Βραβείο Σεναρίου στο φετινό Φεστιβάλ Κανών. Παραμένοντας πιστοί στον κοινωνικό ρεαλισμό που χαρακτηρίζει το σύνολο του έργου τους και στη διακριτή, ανθρωποκεντρική τους ματιά, παραδίδουν μια ταινία βαθιά συναισθηματική και γεμάτη με έντονους κοινωνικούς προβληματισμούς.

Πέντε έφηβες κοπέλες, η Τζέσικα, η Πέρλα, η Ζιλί, η Ναΐμα και η Αριάν, βρίσκουν προσωρινό καταφύγιο σε έναν ξενώνα για νεαρές μητέρες. Ολες έχουν μεγαλώσει κάτω από δύσκολες συνθήκες, κουβαλώντας οικογενειακά τραύματα και κοινωνική επισφάλεια, όμως καθεμία παλεύει, με τον δικό της τρόπο, να προσφέρει ένα καλύτερο μέλλον στον εαυτό της και στο παιδί της.

Χωρίς να πρωτοτυπούν, αλλά παραμένοντας πιστοί στην παράδοσή τους, στο docufiction, οι αδελφοί Νταρντέν ακολουθούν τη γνώριμη κινηματογραφική τους φόρμα: επενδύουν στον κοινωνικό ρεαλισμό, στο ντοκιμαντερίστικο ύφος και στην αυθεντικότητα των ερμηνειών των πρωταγωνιστριών τους. Το νέο τους έργο είναι βαθιά ανθρώπινο· συγκινεί, προβληματίζει και αφήνει μια νότα αισιοδοξίας, καταγράφοντας με ευαισθησία τη σκληρή πραγματικότητα πέντε νεαρών γυναικών που προσπαθούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους, αντιμέτωπες με την καθημερινότητα και μια κοινωνία που συχνά τους υψώνει τείχη και καλούνται να ξεπεράσουν τα προσωπικά τους προβλήματα και να επιβιώσουν. Οι Νταρντέν χειρίζονται τα θέματά τους με λεπτότητα και σεβασμό, με την κάμερα να παρακολουθεί διακριτικά, να καταγράφει και να αποτυπώνει την αλήθεια μέσα από τις συγκινητικές ιστορίες των πρωταγωνιστριών τους. Το συναίσθημα αναδύεται μέσα από τη λιτή κινηματογράφηση και μοιάζει να προκύπτει φυσικά, ακόμη και σε σκηνές που εύκολα θα μπορούσαν να θεωρηθούν μελό. Σε αυτές τις σκηνές είναι που οι Νταρντέν επιβεβαιώνουν την εμπειρία και την ικανότητά τους να διαχειρίζονται σύνθετα και φορτισμένα θέματα, προσφέροντας μια κοινωνική πραγματικότητα που δεν φαίνεται κατασκευασμένη ή ψεύτικη, επενδύοντας σε ένα σινεμά ειλικρινές και δίνοντας μεγάλο βάρος στις αυθόρμητες ερμηνείες των ηθοποιών τους.

Η επιλογή των Νταρντέν να μοιράσουν την ιστορία τους σε πέντε διαφορετικά πρόσωπα προσθέτει από τη μία πλευρά έναν πλουραλισμό, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αναπτύξουν περισσότερο τις προβληματικές που αφορούν τα αγωνιώδη ερωτήματα που μπορεί να ταλανίζουν μια νεαρή μητέρα: την ανασφάλεια, τη μοναξιά, την ανάγκη για αποδοχή και στήριξη, την προσπάθεια να βρει απαντήσεις σε ζητήματα που συχνά ξεπερνούν το νεαρό της ηλικίας της. Ταυτόχρονα, όμως, αυτός ο πλουραλισμός αποδυναμώνει τη συνοχή της αφηγηματικής δομής. Οι πέντε ιστορίες συμπυκνώνονται σε περιορισμένο χρονικό πλαίσιο και, σε ορισμένα σημεία, μοιάζουν να ξετυλίγονται επιφανειακά, χωρίς το απαραίτητο βάθος ή εξέλιξη που θα επέτρεπε στο κοινό να συνδεθεί ουσιαστικά με κάθε χαρακτήρα.

Παρά τις όποιες αδυναμίες του νέου τους φιλμ, το σινεμά τους παραμένει επίκαιρο, ουσιαστικό και βαθιά ανθρώπινο, ένα σινεμά που καταγράφει την καθημερινότητα, την πάλη για επιβίωση και την ανάγκη των ανθρώπων να ζουν με αξιοπρέπεια.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (31-07-2025)

Next
Next

Την ίδια ώρα, στη Γη