Στο Νησί του Αμρουμ

★★★★☆ (Amrum, Γερμανία, 2025, 93’)

  • Σκηνοθεσία: Φατίχ Ακίν

  • Ηθοποιοί: Γιάσπερ Μπίλερμπεκ, Νταϊάν Κρούγκερ, Ματίας Σβαϊγκχέφερ

Ο Φατίχ Ακίν, βραβευμένος με Χρυσή Αρκτο το 2004 στο Φεστιβάλ Βερολίνου για την ταινία του «Μαζί Ποτέ» (Head-On, 121’), συνεργάζεται με τον βετεράνο Γερμανό σκηνοθέτη, σεναριογράφο και ηθοποιό Χαρκ Μπομ, γνωστό για τη μακροχρόνια συνεργασία του με τον Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, μεταφέροντας στη μεγάλη οθόνη τις παιδικές αναμνήσεις του Μπομ από τη νήσο Αμρουμ. Γερμανία, άνοιξη του 1945. Καθώς ο πόλεμος φτάνει στο τέλος του, ο 12χρονος Νάνινγκ ζει με τη μητέρα του στο απομονωμένο νησί, περιμένοντας την επιστροφή του πατέρα του από το μέτωπο. Οταν εκείνη εκφράζει την επιθυμία της για τρόφιμα που σπανίζουν, ο μικρός ξεκινά ένα επικίνδυνο ταξίδι για να τα βρει. Το ταξίδι αυτό θα του αλλάξει για πάντα τη ζωή.

Ο Φατίχ Ακίν παίρνει μια απλή ιστορία και τη μετατρέπει σε ένα λυρικό αλλά και σκοτεινό παραμύθι, που δεν μιλά μόνο για την ενηλικίωση αλλά στοχάζεται πάνω στην κατάρρευση ενός έθνους που έρχεται αντιμέτωπο με τις πράξεις του. Με έναν αργό, ποιητικό ρυθμό, ο σκηνοθέτης καταγράφει την καθημερινότητα και τη φυσική ομορφιά του νησιού, μέσα από την υπέροχη φωτογραφία του Καρλ Βάλτερ Λίντενλαουμπ, συνδέοντας τη φύση με την αξία της ζωής, αποδίδοντάς της σχεδόν μια ιερή υπόσταση.

Μέσα από τον μικρόκοσμο της τοπικής κοινωνίας του νησιού, που δεν έχει ξεφύγει από τη μόλυνση του ναζισμού, και το ταξίδι του πρωταγωνιστή, ο Φατίχ Ακίν καταφέρνει να πει πολλά: για το τέλος ενός πολέμου και για ένα έθνος που καλείται να αντιμετωπίσει τις συνέπειες των πράξεών του, ενώ οι κύριοι υπαίτιοι είτε αυτοκτονούν ή λιποτακτούν, για τους οικογενειακούς δεσμούς και το βάρος των αμαρτημάτων που περνούν από γενιά σε γενιά.

Η ταινία είναι βαθιά πολιτική και συνομιλεί με το σήμερα μέσα από το παρελθόν μιας χώρας που εξακολουθεί να τη στοιχειώνει. Οσο κι αν προσπαθείς να κλείσεις την πόρτα για να κρύψεις τη φρίκη και το αίμα, όπως κάνει σε μια χαρακτηριστική σκηνή ο μικρός ήρωας, η πόρτα πάντα θα ανοίγει ξανά, γιατί δεν ξεφεύγεις από το παρελθόν και ο Ακίν προσπαθεί να τονίσει αυτή τη συνθήκη ως μια υπενθύμιση για το σήμερα.

Πέρα από τα ερωτήματα που θέτει για το παρελθόν και τη συλλογική μνήμη, προβάλλει και τα ερωτήματα που κατατρώνε το νεαρό αγόρι: Πώς μπορεί να σταθεί απέναντι στη μητέρα του, που εθελοτυφλεί πιστεύοντας ακόμη ότι ο πόλεμος δεν χάθηκε; Πώς μπορεί να αποδεχθεί ότι οι άνθρωποι που αγαπά κρύβουν μίσος στην καρδιά τους και έχουν κάνει κακό; Πώς μπορεί ένα παιδί να βρει τη θέση του σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται βίαια όταν ακόμα και στον τόπο όπου ζει τον θεωρούν ξένο;

Ο Ακίν θέτει αυτά τα ερωτήματα με ευαισθησία, με απλότητα αλλά και λυρισμό, με καθαρή ματιά δημιουργεί μια βαθιά ανθρώπινη και στοχαστική ταινία.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (30-10-2025)

Previous
Previous

Συνύπαρξη, Λέμε Τώρα!

Next
Next

Nouvelle Vague