Αν είχα πόδια θα σε Κλωτσούσα

★★★☆☆ (If I Had Legs I'd Kick You, Η.Π.Α., 2025, 113’)

  • Σκηνοθεσία: Μέρι Μπρόνστιν

  • Ηθοποιοί: Ρόουζ Μπερν, Κόναν Ο' Μπράιαν, A$AP Rocky

Η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της Μέρι Μπρόνστιν («Yeast», 2008) είναι ένα ιδιότυπο υπαρξιακό θρίλερ γεμάτο συμβολισμούς και μαύρο χιούμορ, που επιχειρεί μια βαθιά εξερεύνηση της μητρότητας και της ψυχολογικής κατάρρευσης της πρωταγωνίστριάς της, έχοντας ως μεγάλο προσόν την υπέροχη, καθηλωτική ερμηνεία της Ρόουζ Μπερν (κέρδισε την Αργυρή Αρκτο Καλύτερης Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Βερολίνου).

Η Λίντα, θεραπεύτρια και μητέρα, προσπαθεί να διαχειριστεί ταυτόχρονα τη μυστηριώδη ασθένεια του παιδιού της, τον απόντα σύζυγο, την εξαφάνιση μιας ασθενούς και την ολοένα εχθρικότερη σχέση με τον δικό της θεραπευτή. Καθώς οι κρίσεις συσσωρεύονται, χάνει την αίσθηση της πραγματικότητας και βυθίζεται πολύ γρήγορα στον παραλογισμό.

Θέτοντας από την αρχή έναν ρυθμό που με ιλιγγιώδη ταχύτητα βυθίζει τον θεατή στον εφιάλτη και τον παραλογισμό που βιώνει η Λίντα, η Μπρόνστιν ξετυλίγει την ιστορία της χωρίς ποτέ να ενδιαφερθεί να εξηγήσει, αλλά επιδιώκει να δημιουργήσει μια δυσάρεστη, ακραία συνθήκη, όπου η γραμμή μεταξύ πραγματικότητας και φανταστικού είναι θολή. Αμέσως ο θεατής βυθίζεται στην υπαρξιακή άβυσσο μια γυναίκας που έχει ήδη φτάσει στα όριά της και όλα κρέμονται από μια κλωστή έτοιμη να σπάσει.

Μέσα από αυτή την προσέγγιση ο θεατής βιώνει ένα αίσθημα ασφυξίας, ένα επίμονο άγχος τον καταβάλλει καθώς βλέπει την άνιση μάχη της ηρωίδας με τους γύρω της, τον εαυτό της, την αδυσώπητη καθημερινότητα που την πνίγει. Ενώ όμως ο ασταμάτητος ρυθμός δημιουργεί αυτό το αίσθημα, ταυτόχρονα οι γεμάτες συμβολισμούς εικόνες δημιουργούν ένα ασαφές αφηγηματικό πλαίσιο που δεν δίνουν ποτέ τη δυνατότητα να σκιαγραφηθεί σε βάθος η ψυχική αποσύνθεση της Λίντα. Με αποτέλεσμα η ταινία να στηρίζεται περισσότερο στην εφευρετικότητα των σκηνών της παρά σε μια προσπάθεια να κατανοήσει ο θεατής τις πράξεις της.

Το συναισθηματικό σφυροκόπημα που επιδιώκει η σκηνοθέτρια και κρατάει σχεδόν αδιάκοπα δύο ώρες λειτουργεί αρχικά ως σοκ και σίγουρα αποδεικνύει την ικανότητά της στο να δημιουργεί υπαρξιακό τρόμο τόσο ισχυρό που σε καταβάλλει και σε καθηλώνει, αλλά τελικά καταλήγει να επαναλαμβάνεται δημιουργώντας περισσότερο εντυπωσιασμό παρά μια βιωματική σύνδεση με το έργο της.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (11-12-2025)

Previous
Previous

Ρενουάρ

Next
Next

Misericordia