Killerwood

★★★☆☆

(Ελλάδα, 2025, 84’)

  • Σκηνοθεσία: Χρήστος Μασσαλάς

  • Ηθοποιοί: Βαγγέλης Δαούσης, Ελσα Λεκάκου, Ρούλα Πατεράκη, Τζόυς Ευείδη

Μετά το πολυσυζητημένο και υπέροχο «Broadway» (2022, 97’), ο Χρήστος Μασσαλάς επιστρέφει με τη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, ένα mockumentary που επιχειρεί να μιλήσει για το σινεμά μέσα από το ίδιο το σινεμά. Η νέα του ταινία, διανθισμένη με σινεφιλικές αναφορές και αυτοσαρκασμό, αφηγείται την ιστορία του Τίτου, ενός νεαρού σκηνοθέτη που προσπαθεί να γυρίσει την πρώτη ελληνική slasher ταινία. Η υπόθεση εκτυλίσσεται μέσα στα γυρίσματα της ταινίας, με το συνεργείο να αποχωρεί σταδιακά καθώς περίεργα περιστατικά και η υποψία ύπαρξης ενός αληθινού serial killer δημιουργούν ένα κλίμα παρανοϊκής κωμωδίας. Ο Μασσαλάς χρησιμοποιεί την «ταινία μέσα στην ταινία» για να σχολιάσει, με χιούμορ και πικρία, τη σύγχρονη ελληνική κινηματογραφική πραγματικότητα.

Το «Killerwood» είναι μια αισιόδοξη απόπειρα να συνδυαστούν διαφορετικά κινηματογραφικά είδη και έξυπνες κωμικές ιδέες, πετυχαίνοντας να προκαλέσει το γέλιο χάρη κυρίως στην πολύ καλή ερμηνεία του Βαγγέλη Δαούση στον ρόλο του Τίτου και σε κάποιες καλογραμμένες σκηνές όπου η κωμωδία καταφέρνει να λειτουργήσει. Δυστυχώς όμως αυτές οι σκηνές λειτουργούν αποσπασματικά και δεν ενσωματώνονται οργανικά μέσα στην ταινία, με το σενάριο να αποτελεί το πιο αδύναμο σημείο της. Ο Μασσαλάς δεν τολμά και αυτό καθιστά την ταινία του μια ανακύκλωση ιδεών και μοτίβων που έχουμε συναντήσει σε άλλες ταινίες του είδους από το εξωτερικό. Του λείπει η φρέσκια ματιά και παρ’ όλο που από άποψη παραγωγής διατηρεί μια λιτή αλλά αποτελεσματική οπτική ταυτότητα, που υπηρετεί το ύφος του mockumentary, αδυνατεί να αποφύγει την παγίδα της αυτοαναφορικότητας και μιας φλύαρης αφήγησης.

Η καινούργια του ταινία είναι τελικά μια ατελής αλλά αξιόλογη προσπάθεια για κάτι διαφορετικό (τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα). Ενα εγχείρημα που κάνει τον θεατή να γελάσει, αφήνοντάς τον όμως να νιώθει ότι στην πορεία της ταινίας χάθηκε μια ευκαιρία για κάτι καλύτερο.

*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (29-05-2025)

Previous
Previous

Το Φοινικικό Σχέδιο

Next
Next

Δεν Είμαι Εγώ