Ρίφενσταλ: Στην Καρδιά του Τρίτου Ράιχ
★★★½☆☆ (Riefenstahl, Γερμανία, 2024, 115’)
Σκηνοθεσία: Αντρές Φάιελ
Ο Γερμανός σκηνοθέτης Αντρες Φάιελ, στο νέο του ντοκιμαντέρ «Ρίφενσταλ - Στην καρδιά του Τρίτου Ράιχ», αξιοποιεί σπάνιο αρχειακό υλικό, αποσπάσματα συνεντεύξεων από τηλεοπτικές εκπομπές αλλά και προγενέστερα ντοκιμαντέρ («The Wonderful Horrible Life of Leni Riefenstahl», σκην. Ρέι Μιούλερ, 1993, 188’), μαζί με ηχητικά ντοκουμέντα, για να ανασυνθέσει το πορτρέτο της Λένι Ρίφενσταλ, μιας δημιουργού που υπήρξε πρωτοπόρος του κινηματογράφου, με τα ναζιστικά προπαγανδιστικά φιλμ «Ο θρίαμβος της θέλησης» (1935, 114’) και «Ολυμπία» (1938, 217’), αλλά και ένθερμη υποστηρίκτρια του ναζισμού.
Το ταλέντο της Ρίφενσταλ είναι αδιαμφισβήτητο. Υπήρξε μια καινοτόμος δημιουργός και η κινηματογραφική της γλώσσα εξέλιξε το είδος του ντοκιμαντέρ. Παρ’ όλα αυτά, όπως επισημαίνει και ο Φάιελ, η τεχνική της πρωτοπορία «άνθισε» λόγω της υποστήριξης από ένα καθεστώς που τη χρηματοδοτούσε απλόχερα και της έδωσε την ευκαιρία να πειραματιστεί. Ο Φάιελ χρησιμοποιεί την ίδια τη Ρίφενσταλ και τα λεγόμενά της ώστε να αποδομήσει το αφήγημά της περί «εξαναγκασμού» και «αθώας καλλιτέχνιδας» και αποδεικνύει μέσω ντοκουμέντων ότι είχε πλήρη γνώση της ιδεολογίας του ναζισμού και την ενστερνιζόταν και γι’ αυτό κατάφερε και αποτύπωσε με τέτοια καθαρότητα στα προπαγανδιστικά της φιλμ την ιδεολογία του.
Η Ρίφενσταλ, μετά το τέλος του πολέμου, προσπάθησε αρκετές φορές να διαχωρίσει τη θέση της από τον Χίτλερ και το Τρίτο Ράιχ και κατηγορήθηκε συχνά ότι διαστρέβλωνε γεγονότα υπέρ της. Οπως αποτυπώνεται και στο ντοκιμαντέρ, προέβαλλε μια εικόνα «θύματος», αλλά ταυτόχρονα αποζητούσε την προβολή. Η εμμονή της στο «καλαίσθητο» και στην επιτυχία με κάθε κόστος αποκαλύπτουν μια οπορτουνίστρια καλλιτέχνιδα που βρήκε πρόσφορο έδαφος δημιουργίας μέσα σε ένα αυταρχικό καθεστώς, χωρίς να την ενδιαφέρουν οι συνέπειες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ταινία της «Tiefland» («Lowlands»), που κυκλοφόρησε το 1954 αλλά γυρίστηκε την περίοδο 1940-1944, όταν έπαιξαν ως κομπάρσοι κρατούμενοι σε στρατόπεδα συγκέντρωσης (κυρίως Ρομά), με πολλούς μετέπειτα να οδηγούνται στο Αουσβιτς και να εκτελούνται. Η Ρίφενσταλ επέμενε ότι πολλοί από αυτούς επέζησαν και μάλιστα τους γνώρισε από κοντά αλλά επίσημα αρχεία καταδεικνύουν ότι τελικά πέθαναν στο Ολοκαύτωμα.
Ο Φάιελ δεν αναλύει σε βάθος, στο ντοκιμαντέρ του, τα ίδια τα έργα της Ρίφενσταλ, αν και μια τέτοια προσέγγιση θα ήταν πιο γόνιμη, καθώς μέσα από την καλλιτεχνική της δημιουργία θα μπορούσαν να αναδειχθούν και η προσωπική της ιδεολογία και ο χαρακτήρας της. Αντ’ αυτού, περιορίζεται κάποιες φορές σε μια απλοϊκή παρουσίαση, που κινδυνεύει να εξελιχθεί σε μονοδιάστατη καταγγελία. Το ντοκιμαντέρ όμως υπερβαίνει την προσωπικότητα της Ρίφενσταλ επανεξετάζοντας το ζήτημα της ηθικής ευθύνης του καλλιτέχνη και εγείρει το κρίσιμο ερώτημα: πότε η τέχνη μετατρέπεται σε συνενοχή;
*Η κριτική δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στην έντυπη έκδοση της Εφημερίδας των Συντακτών (16-10-2025)